Πεθαίνει ο κόσμος, πεθαίνουν τα ζώα, γενικά όλα πεθαίνουν. Όλα ξεκίνησαν όταν ο "Sai Baba passes away at 86." ( The Himalayan Times 24.4.11), μετά πέθανε (?) ο Μπιν Λάντεν και ο Βέγγος. Στη συνέχεια είδα το "Γαλαξία" όπου είχαν πεθάνει όλοι. Εκεί συνειδητοποίησα ότι το χιούμορ είναι η μόνη άμυνα που έχουμε απέναντι στο θάνατο και απέναντι σε όλες τις καταστάσεις που τάσονται με το μέρος του θανάτου. Μετά ήρθα εδώ και πρωί πρωί ένα νεκρό πουλάκι στην αυλή μου. Αρχικό σοκ, αααα και αποστροφή του βλέμματος. Ο θάνατος όμως πρέπει να βιώνεται, πιο πολύ για να απομυθοποιείται. Το κοίταξα το πουλάκι πολλή ώρα. Νεκρό σώμα. Ένα τίποτα. Θα μπορούσε να είναι κέρινο, ξύλινο, πλαστικό ό,τι σκατά θέλεις θα μπορούσε να είναι, μα και πάλι δεν ήθελα να το αγγίξω. Προφανώς και είναι η ιδέα του θανάτου που προκαλεί αποστροφή, όχι ο θάνατος αυτός καθαυτός. Πήρα δύο chopsticks απ το συρτάρι της κουζίνας και το πέταξα στο χωράφι σαν κακομαγειρεμένο spring roll. Την επόμενη ένα σαυράκι ανάποδα, με τα πόδια λυγισμένα και τα μάτια ανοιχτά. Άλλο στυλ αυτό. Νάτος πάλι ο θάνατος και σοκ ξανά. Αυτή τη φορά το άγγιξα. Προσεκτικά όμως και όχι απ το κεφάλι, ποιος θέλει να του μείνει το κεφάλι μιας σαύρας στο χέρι καλοκαιριάτικα? Και αν ένα σαμιαμίδι στη γωνία του σπιτιού είναι γούρι, ένα νεκρό σαυράκι πάνω στην μπάρα δίπλα στο φραπέ τι είναι? Και μετά μία γάτα -μητέρα μέσα στο γεράνι ακίνητη, με το νεογέννητο στο πλάι να νιαουρίζει και να της γλείφει το κεφάλι που ΄ταν χωμένο στις μύγες και τα μυρμήγκια. Αυτό δεν μπόρεσα να το αγγίξω. Σαν όσο μεγαλώνει το νεκρό σώμα τόσο πιο ακάθαρτο να γίνεται. Και ο θάνατος δε σταματά. Μία κατσίκα σήμερα. Αυτό δεν το είδα, το άκουσα. Ένα γρήγορο μπλουμ στις εσχατιές του Αιγαίου εξαφάνισε τα ίχνη της, μέχρι ο πρώτος νοτιάς να την ξεβράσει μέσα σε όλη της τη μεγαλοπρέπεια πάνω στο κίτρινο στρώμα κάποιου ανυποψίαστου τουρίστα.
"Τι νέοι που φτάσαμεν εδώ
στο έρμο νησί, στο χείλος
του κόσμου, δώθε απ΄τ΄όνειρο
και κείθε από τη γη!"
(αρχετυπικός Καρυωτάκης για την περίσταση)
"Ε, μαλάκα, μαλάκα. Άντε γαμήσου ρε. Άντε γαμήσου ρε μαλάκα. Ε, μαλάκα.
Τα δύο τσιγγανάκια με στόμα βόθρου και κεφάλια τόσο ελκυστικά για χαστούκια και πατητές χωρίς επιστροφή στην επιφάνεια ποτές, κατάφεραν να στρίψουν το διακόπτη υπομονής μου ένα κλικ πριν από το σημείο χωρίς γυρισμό. Και θα το ξεπερνούσαν αν, ευτυχώς για αυτά, ο πατέρας τους δεν άναβε τη ντουντούκα στη διαπασών για να διαφημίσει τα πουλιά του. Πουλιά μικρά, μεγάλα, γαλόπουλα, κοτόπουλα, όλα από τα Μέγαρα.
Μόλις σήμερα αντιλήφθηκα τα γεγονότα στην Ισπανία. Ίσως το πρώτο αντίκτηπο του αραβικού τρόπου στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Δε χρειάζεται να χρησιμοποιούμε τη λέξη revolution για ό,τι συμβαίνει εκεί. Είναι κάτι άλλο το revolution, μην τα ισοπεδώνουμε όλα. Μικρά γράμματα. Από κει και πέρα τι καλύτερο από εναν ευρωπαϊκό νότο σε αναβρασμό με κοινά αιτήματα και την ίδια μεθοδολογία. Έγκειται πια τόσο πολύ σε μας, στην πρωτοβουλία οποιασδήποτε παρέας το επιδιώξει, που βγάζει μάτια.
Long live the king. Άσχετο
6 σχόλια:
τι τα θες αυτά τα μικρά γράμματα
προκαλείς
δε θυμάσαι από παλιά;;;
mia xara ta mikra grammata.
h poioths pou diaforopoiei!
allos anwnymos
(by the way, h shmasia ths pareas pou 8a to kanei yphrxe panta, apla teleutaia oi parees den synennoountai. pio eukolo na to kaneis me 2-3 agnwstous pou se auto 8a symfwnhsete kai den 8a ksanamilhsete gia tipota allo.)
Δεν είναι το χιούμορ η μόνη άμυνα, ευτυχώς. Υπάρχουν η φιλοσοφία και η ποίηση. Να ένας τριπλός συνδυασμός :
Θάνατος είναι τα κουφάρια που χτυπιούνται
στα στρώματα και τις σαμπρέλες
θάνατος κι οσοι κομπάζουν ότι ξέρουν
πώς σκίζονται στα δύο οι σαρδέλες.
Θάνατος και οι λεροί ασήμαντοι φθόγγοι
μες τα σπουδαία κείμενά τους
θάνατος και γω ακόμα
που συντηρούμουν sin tractatus.
βάσις φρουρά εξηκονταρχείο πρεβέζης
την κυριακή θα ακούσουμε τη μπάντα
επήρα ένα βιβλιάριο τραπέζης
πρώτη καταθεσή: δραχμαί 30
ζήτω ο καρυωτάκης ρε πούστη!!!
Το θάνατο αντιμετωπίζουν κυρίως οι ζωντανοί. Δεν ξέρω πως είναι να πεθαίνεις. Ούτε μπορώ να φανταστώ τη μετάβαση από το ζωντανός στο νεκρός. Αλλά νομίζω – ως ζωντανή- πως ο θάνατος σχετίζεται με αυτό που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι ζωντανοί. Αρχικά την εικόνα/ είδηση του θανάτου και στη συνέχεια την απώλεια αυτού που πέθανε. Κάποιος είναι πεθαμένος όταν τον αναζητάς και ξέρεις ότι με τίποτα δεν μπορείς να τον βρεις γιατί σταδιακά φτάνει να μην υπάρχει. Και έτσι αναμετριέσαι με το χρόνο για να σταματήσεις να τον αναζητάς. Ένα νεκρό πουλί ακόμη και αν είναι πεθαμένο- υπάρχει (για λίγο). Το βλέπεις πεσμένο και το πιάνεις να το πας παραπέρα. Με τη σήψη χάνεται κάθε ίχνος του. Όποτε σταδιακά αυτό σταματάει να υπάρχει. Δεν νομίζω πως το ίδιο ενδιαφέρεται για το γεγονός του θανάτου του. Δεν μπορεί εξάλλου. Εσύ έρχεσαι να το αντιμετωπίσεις. Για μένα το συνταρακτικό είναι η μετάβαση από το να υπάρχει κανείς- έστω και πεθαμένος- στο να σταματήσει να υπάρχει όταν κάθε ίχνος αυτού (με διάφορους τρόπους) εξαφανίζεται. Εκεί νομίζω έρχεται η μάνα γάτα και δίνει τροφή στα παιδιά της. Σε ξυπνάει και προχωράς.
το θάνατο αντιμετωπίζουν μονο οι ζωντανοι , όχι κυρίως. και αυτό που δημιουργεί πρόβλημα στην ουσία είναι η επιθυμία της αθανασίας όχι ο ίδιος ο θάνατος. ποτε δε θα υπάρξει ζωντανός με την εμπειρία του θανάτου. πάρε ρε φίλε και διάβασε το Μύθο του σίσυφου του Καμύ.
Δημοσίευση σχολίου