Σελίδες

Πέμπτη 8 Ιουλίου 2010

όνειρο καλοκαιρινής Δοννούσσας



Θα είναι λίγο με αυτόματη γραφή αυτό το ποστ…οπότε με πολλές τελίτσες…ούτως ή άλλως κανείς δεν διαβάζει και δεν σηκώνει κάτι σε αυτό το αναθεματισμένο μπλογκ τους καλοκαιρινούς μήνες. Και αυτό διότι οι περισσότεροι σύμμαχοι είναι ευτυχισμένοι να μη δουλεύουν σε μέρη με λαπιτόπ τους θερινούς μήνες…και οι περισσότεροι αναγνώστες κάνουν μπάνια και ας μην έχει ο μήνας εννιά. Ξέρω βέβαια μία συμμετέχουσα που είναι ακόμη αθήνα, αλλά αυτή είναι τόσο παλαίμαχη, που σε λίγο θα βγει στη σύνταξη, οπότε δεν ασχολούμαστε και πολύ…

Ήταν ο ύπνους βαρύς. Ήμουν κουρασμένος βλέπετε. Αθήνα, Πάτρα, Ανκώνα, Ρεκανάτι, Σαν Λεοπάρντο, πάρτυ, γυναίκες, μυστήριο, ξανά πάστα και πίτσα και κρασί, όργια, ξανά πάρτυ, ξανά γυναίκες, ξανά μυστήριο, ξανά μανα πάστα και πίτσα και κρασί…έπειτα Ανκώνα, Ηγουμενίτσα, μπάνιο πρωινό, Κέρκυρα, μετοποντικονήσικαιτακαντούνιαταστενάπουταχωσεργιανήσει, Μεσογγή, Ηγουμενίτσα, Εγνατία, Μέτσοβο, μετσοβόνε-τραχανάς-φασολάδα-χυλοπίτες, έπειτα Τρίκαλα στο ΚΤΕΛ, έπειτα Καρδίτσα, 3-2 Ολλαδία-Ουρουγκουάτσο-no-mas, έπειτα εθνική οδό, κλήση τροχαίας στα Τέμπη, Μπλαγκόεβγκραντ, αγορά αυτοκινήτου από θείο, έπειτα Πλόβντιβ, έπειτα Σεντλάρεβο, ύπνος στο πιο ήσυχο χωριό, βόλεϊ 1-3 Βουλγαρία-Βραζιλία, έπειτα Κότελ…ουφφφφφφ…όλα αυτά μέσα σε 10 μέρες…ουυφφφφφφφ…

Ήμουν κουρασμένος. Έπεσα να κοιμηθώ μία ώρα. Έγιναν δύο. Σηκώθηκα. Ήμουν αδύναμος ακόμη και να σηκωθώ να πάω να φάω. Δεν είχα φάει τίποτα όλη μέρα. Είχε φτάσει απόγευμα. Έκανα κάτι χαζοδουλειές. Και έπεσα να κοιμηθώ. Η μία ώρα έγινε δύο. Έφτασε βράδυ. Πήγα να φάω μία σούπα. Έπεσα να κοιμηθώ. Η μία ώρα έγιναν 12. Και εκεί σας είδα. Όλους. Ήταν μέσα στο βαρύ το κλίμα. Βροχή για μία μέρα ολόκληρη, που θύμισε άνοιξη, παρά καλοκαίρι. Τούφα το ντουμάνι…

Έπρεπε να προλάβω το καράβι. Έφευγε σε λίγο. Εισιτήριο δεν είχα βγάλει, αλλά δεν καθυστέρησα σε αυτό. Νύχτα ήταν. Τα μπαράκια και οι καφετέριες αραγμένες στο λιμάνι, η μία δίπλα στην άλλη, σειρά σειρά. Κόσμος πολύς. Άλλος έφευγε, άλλος γυρνούσε. Εκεί που ήμουν με τα μπαγκάζια και χαιρετούσα κόσμο, έβλεπα κόσμο, παρατηρούσα κόσμο…εκεί που είχα αρκετά λεπτά μέχρι να φύγει το καράβι…ξαφνικά είχε λύσει άγκυρες και είχε σηκώσει μπουκαπόρτα και είχε φύγει…έτρεξα…φώναξα…με άκουσαν…γύρισε!!! Γύρισε για μένα; Πάντως γύρισε! Έτρεξα κι άλλο να προλάβω. Έφτασα. Και εκείνο κατέβασε μπουκαπόρτα, άνοιξε το στόμα του να με υποδεχτεί…και ότι είχα φτάσει εκεί μπροστά…έφυγε πάλι…προλάβαινα να πηδήξω…να βουτούσα; Και αν έπεφτα στη θάλασσα; Άξιζε να πνιγώ για μία Δοννούσσα; Να ζητούσα τα λεφτά μου πίσω και να έφευγα με το επόμενο;…Η μπουκαπόρτα να κλείνει πάλι. Το καράβι να φεύγει πάλι. Ο μούτσος να με κοιτά να μην έχω μπει μέσα και χαιρέκακα κάπως να γελά. Λες να ήταν αυτός ο μούτσος; Μούτσος…δεν μου άρεε ποτέ αυτή η λέξη…ούτε στου Καββαδία τα ποιήματα…

Κάποιος δεν ήθελε να φτάσω φέτος στη Δοννούσσα… Και αν δεν είμαι μαζί σας…και αν δε με αγαπάτε…είμαι μαζί σας μπάσταρδοι…στα όνειρά μου…και στα όνειρά σας…

3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Emeis pantos feugoume ti pempti. Prolavaineis nomizo. Eimai poli kalitera.

Ariel

Chaca-Khan είπε...

μεγάλο ταξίδι θα πας..

α. σου έχει ξεφύγει ένα ν και ένα σ παραπάνω. καθόλου περίεργο μιας και κανείς δεν έχει γράψει αυτή τη λέξη

MrT είπε...

η αλήθεια είναι ότι την Δοννούσσα θα μου άρεσε να την γράφω και με δύο Δ παραπάνω (ΔΔΔοννούσσα)...αλλά θα είναι λιγάκι δύσκολο να την διαβάσετε...