Σελίδες

Δευτέρα 16 Ιανουαρίου 2006

Κοινοτικά όνειρα και κυβερνοχώρος (cyberspace)


Η κυβερνοφιλελεύθερη ρητορική (κεφαλαιοποιώντας δυο ιδέες που βρίσκονται στην καρδιά της νεοφιλελεύθερης μοντέρνας κοινωνίας : τεχνολογία και εξατομίκευση) φαντάζεται αυτόν το νέο, δυνητικό «κόσμο», τον κυβερνοχώρο, ως αυτόν που θα επιτρέψει και θα αναδείξει νέες μορφές κοινότητας και ταυτότητας που δε θα μπορούσαν να αναδυθούν παρά μόνο σε αυτόν. Και η αισιόδοξη αλλά και απαισιόδοξη προσέγγιση εντοπίζονται στα κυβερνοφιλελεύθερα κείμενα.

Η απαισιόδοξη προσέγγιση, αυτή που μιλά για την έκπτωση των ηθικών αρχών, των οικογενειακών αξιών, των κοινοτικών δεσμών, ενστερνίζεται την κυβερνοφιλελεύθερη ρητορική στηριζόμενη στο ότι τα δίκτυα των υπολογιστών και οι κοινότητες που ανακύπτουν διαμέσω αυτών είναι ικανές να αναγεννήσουν το αίσθημα του τοπικού. Ο Rheingold (1993) υποστηρίζει ότι η πρόκληση των δυνητικών κοινοτήτων βρίσκεται στη δυνατότητά τους να αντικαταστήσουν μια κατακερματισμένη κοινωνία που στερείται ηθικών κωδικών. Οι δυνητικές κοινότητες αντιμετωπίζονται ως μια απάντηση της δίψας για κοινοτισμό που ακολούθησε την αποσύνθεση των παραδοσιακών κοινοτήτων σε ολόκληρο (τον αναπτυγμένο) κόσμο. Ο Schuler (1996) γράφει : «η παλιά εννοιολόγηση της κοινότητας είναι ξεπερασμένη για πολλούς λόγους και χρειάζεται να επαναπροσδιοριστεί για να υπηρετήσει τις σημερινές προκλήσεις. Οι παλιές ή παραδοσιακές κοινότητες συχνά απέκλειαν, απομόνωναν, ομογενοποιούσαν, ήταν στατικές. Μια νέα κοινότητα –μία που να αφιερώνεται αποκλειστικά στη λύση του δημοκρατικού προβλήματος- πρέπει να προκύψει από τα απομεινάρια της παλιάς.».

Σε αυτό το πλαίσιο οι δυνητικές κοινότητες, με τις αναδυόμενες συμβάσεις του πώς να γίνεις μέλος τους και πώς να συμπεριφερθείς εντός τους (netiquettes) μπορούν να ειδωθούν σαν μια προσπάθεια να δωθεί στον απειρομεγέθη κυβερνοχώρο ένα περισσότερο τοπικό, προσωπικό στίγμα. Μέσα στην απεραντοσύνη του κυβερνοχώρου οι δυνητικές κοινότητες έχουν ένα μέγεθος που είναι πιο κοντά στις ανθρώπινες διαστάσεις και γι’ αυτό καταφέρνουν να γίνουν «σημαίνουσες πατρίδες» για πολλά άτομα που τις επιλέγουν.

Η αισιόδοξη προσέγγιση από την άλλη, υποστηρίζει ότι οι δυνητικές κοινότητες αποτελούν ένα χώρο όπου το άτομο απελευθερώνεται από τους κοινωνικούς περιορισμούς της σωματοποιημένης ταυτότητας. Η απουσία ανοχής της διαφορετικότητας, η μονολιθικότητα και η συντήρηση ευθύνονται για την έκπτωση των παραδοσιακών κοινοτήτων, δίνοντας έτσι στο άτομο την ευκαιρία να επανα- και αυτο-προσδιοριστεί. Σε αυτήν την περίπτωση, η δυνητική κοινότητα χτίζεται περισσότερο πάνω στα σημεία της διαφορετικότητας, παρά της ομοιότητας μεταξύ των ατόμων, ενώ η διάλυση των παραδοσιακών κοινοτήτων αντιμετωπίζεται ως κοινωνική πρόοδος στα πλαίσια του μετα-μοντερνισμού. Είναι πλέον διάσημη η τοποθέτηση της Turkle (1995) ότι οι δυνητικές κοινότητες αποτελούν ένα ακίνδυνο περιβάλλον από το οποίο απουσιάζουν οι παραδοσιακές μέθοδοι αποκλεισμού λόγω εθνότητας, φύλου, κοινωνικής τάξης ή ηλικίας και στο οποίο τα άτομα μπορούν να πειραματιστούν με πολλαπλές ταυτότητες. Το ποιοι είμαστε σε ένα βαθμό εξαρτάται από το ποιοι θα θέλαμε να είμαστε και πώς παρουσιάζουμε τους εαυτούς μας στους άλλους μέσα από την γραπτή μας αφήγηση. Η αφήγηση είναι ο τρόπος με τον οποίο κατασκευάζουμε τη δυνητική μας ταυτότητα. Αυτές οι ιστορίες μπορεί να πηγάζουν από τις εμπειρίες μας ή από τις επιθυμίες ή από τη φαντασία μας αλλά όπως και να έχει αυτές είναι που, όχι επικοινωνούν ,αλλά κατασκευάζουν την ταυτότητά μας..

Σε αυτό το σημείο είναι σκόπιμο να κάνουμε μια διευκρίνηση : ενώ είναι ουσιώδες να εξετάζουμε τη σημασία της διαπραγμάτευσης της ταυτότητας στο πλαίσιο των δυνητικών κοινοτήτων, θα ήταν ωστόσο σφάλμα να αντιλαμβανόμαστε τις δυνητικές κοινότητες ως κάτι αποκομμένο και τελείως διαφορετικό από τον εξωδικτυακό κόσμο. Οι αφηγήσεις των μελών των κοινοτήτων δεν προκύπτουν από ένα κοινωνικο-πολιτισμικό κενό, αλλά κατασκευάζονται διαμέσω της γλώσσας ανα-παράγοντας την εξωδικτυακή πραγματικότητα και αντικατοπτρίζοντας τις αναπαραστάσεις αυτής από τα υποκείμενα. Η Mitra , όπως αναφέρεται στη Διαμαντάκη (2001), το θέτει πολύ σωστά εξηγώντας πως το διαδίκτυο αποτελεί το μείγμα παλαιών/καταλοιπικών και αναδυώμενων/νέων στοιχείων. Αυτό που ήδη υπάρχει συμφύρεται με αυτό που αναδύεται στο νέο (επι)κοινωνιακό περιβάλλον. Μια παρόμοια θέση εκφράζει και ο Poster (1998) εξηγώντας τον τρόπο με τον οποίο το διαδίκτυο είναι αφενός υπερ-καθορισμένο από προϋπάρχουσες πολιτισμικές μορφές, μνήμες και συνθήκες και αφετέρου υπο-καθορισμένο, καθώς παραμένει μια πρόκληση για τη φαντασία, ανοιχτό για την ενσυναίσθηση του ¨άλλου¨ και προς ανασυγκρότηση από τα άτομα που το χρησιμοποιούν.

Δεν υπάρχουν σχόλια: