Σελίδες

Παρασκευή 21 Δεκεμβρίου 2012

Ωδή στο Σκότος

Κάποιοι λένε ότι ερχόμαστε από το σκοτάδι και προχωράμε προς το φως.

Άλλοι λένε ότι ερχόμαστε από το φως, μπαίνουμε στο σκοτάδι και φεύγουμε πάλι στο φως.

Αλλά εγώ πιστεύω ότι ήμασταν στο φως, και τσουπ, ερχόμαστε. Προχωράμε λιγάκι: σκοτάδι. Περιμένουμε πέντε χρόνια: σκοτάδι. Τρέχουμε μπροστά με όλη μας τη δυναμη: πάλι σκοτάδι. Ουρλιάζουμε με όλη μας την φωνή μήπως μας ακούσει κανείς και μας βγάλει από το σκοτάδι. Δε βλέπουμε τίποτα: σκοτάδι. Προχωράμε αργά και σταθερά με τα μάτια καρφωμένα μπραστά στο σκοτάδι, ταξιδεύουμε σκοτάδι, πέφτουμε σκοτάδι, σηκωνόμαστε σκοτάδι, περνανε άλλα εφτά χρόνια και πάλι σκοτάδι.

Λένε ότι όταν ο Γκιλγκαμές - ο πανέμορφος βασιλιάς της Ουρούκ - διέσχισε το βουνό Μασού, ταξίδευε για 12 λεύγες μέσα στο απόλυτο σκοτάδι. Τόσο χρειάστηκε για να ακολουθήσει το μονοπάτι του ήλιου μέσα από το βουνό, στο ταξίδι του προς την αθανασία. Χρειάστηκε μάλλον, όσο χρειάστηκε. Όσο χρειάζεται η κάθε διεργασία, ανθρώπινη ή μη, για να κάνει τον κύκλο της.

Και μια και σήμερα είναι η μικρότερη μέρα του χρόνου και το τέλος του κόσμου είναι εδώ - σύμφωνα με το κατα Μάγια ευαγγέλιο πάντα – ας ρίξουμε μια ματιά σε μια ιστορία απο την αρχή του κόσμου. Ιδού πως τα κατάφερε ο τρανός βασιλιάς. Ένα απόσπασμα από το έπος του Γκιλγκαμές από την Μεσοποταμία, από το αρχαιότερο καταγεγραμμένο ποιήμα της ανθρωπότητας:


[…]
Κι έτσι ο Γκιλγκαμές έφθασε σε κείνο το ψηλό βουνό
που το λένε Μασού, το βουνό που κρατάει την ανατολή και τη
δύση του ήλιου. Η διπλή του κορυφή είναι ψηλή ως τα τείχη
του ουρανού. Και οι θηλές τους μπαίναν βαθειά στον Κάτω
Κόσμο. Την πύλη του την φύλαγαν οι σκορπιοί: μισοί 
άνθρωποι και μισοί δράκοι. Η δόξα τους είναι τρομερή. Η
ματιά τους φέρνει το θάνατο στους ανθρώπους. Ο φωτεινός
τους φωτοστέφανος λαμποκοπάει στο βουνό που φυλάει τον
ανατέλλοντα ήλιο. Οταν τους αντίκρισε ο Γκιλγκαμές,
σκέπασε αμέσως τα μάτια του. Ύστερα πήρε κουράγιο και 
πλησίασε.
[…]
Ο Ανθρωπος - Σκορπιός άνοιξε το στόμα του και είπε στον
Γκιλγκαμές:
"Κανένας άνθρωπος που γεννήθηκε από
γυναίκα δεν κατόρθωσε αυτό που γυρεύεις. Κανείς θνητός 
δεν μπήκε στο βουνό. Το μήκος του είναι δώδεκα λεύγες 
σκοτεινιά. Και δεν υπάρχει φώς σ΄ αυτό το χώρο. Η καρδιά
πνίγεται από τη σκοτεινιά. Από την ανατολή και μέχρι τη
δύση του ήλιου δεν υπάρχει φώς".
Ο Γκιλγκαμές είπε:
"Κι αν
ήτανε να πάω στη λύπη και στον πόνο αναστενάζοντας και
κλαίγοντας, θα πήγαινα. Ανοιξε λοιπόν την Πύλη του
 βουνού".
Κι ο Άνθρωπος - Σκορπιός είπε: "Προχώρησε
 Γκιλγκαμές, σου επιτρέπω να περάσεις μέσα από το βουνό
 Μασού και μέσα από την υψηλή τάξη. Ισως τα πόδια σου
γερά να σε ξαναφέρουν στην πατρίδα σου. Η πύλη του
 βουνού είναι ανοικτή".

'Οταν ο Γκιλγκαμές τον άκουσε έκανε ότι του είπε ο Άνθρωπος
- Σκορπιός και ακολούθησε το δρόμο του ήλιου προς την
ανατολή, μέσα από το βουνό.

Όταν προχώρησε μια λεύγα, η σκοτεινιά έγινε γύρω του πυκνή, 
γιατί δεν είχε φώς και δεν
μπορούσε τίποτα μπροστά και πίσω του να δεί. Μετά τη
δεύτερη λεύγα η σκοτεινιά έγινε πυκνή και φώς δεν ήταν
πουθενά. Και δεν μπορούσε τίποτα, μπροστά και πίσω του να
δεί. Σαν τέλειωσε την πέμπτη λεύγα, η σκοτεινιά έγινε πυκνή
και φώς δεν ήταν πουθενά. Και δεν μπορούσε τίποτα μπροστά
και πίσω του να δεί. Σαν τέλειωσε η έκτη λεύγα η σκοτεινιά
έγινε πυκνή και φώς δεν ήταν πουθενά. Και δεν μπορούσε
τίποτα, μπροστά και πίσω του να δεί. Σαν τέλειωσε κι η
έβδομη η λεύγα, η σκοτεινιά έγινε πυκνή και φώς δεν ήταν
πουθενά. Και δεν μπορούσε τίποτα, μπροστά και πίσω του να
δεί. Κι όταν περπάτησε και τις οκτώ λεύγες, ο Γκιλγκαμές
έβγαλε μια δυνατή κραυγή, γιατί η σκοτεινιά ήταν πυκνή και 
δεν μπορούσε τίποτα μπροστά και πίσω του να δεί. Στην ένατη
τη λεύγα ένιωσε κατάμουτρα το βοριά, αλλά η σκοτεινιά ήταν
πυκνή, φώς δεν υπήρχε πουθενά και δεν μπορούσε τίποτα
μπροστά και πίσω του να δεί. Μετά τη δέκατη τη λεύγα, το
τέλος έφτανε. Μετά την ενδέκατη τη λεύγα, φάνηκε το φώς της
αυγής. 

Στο τέλος της δωδέκατης λεύγας πρόβαλε ο ήλιος.

2 σχόλια:

Tic Tac είπε...

Πάρα πολύ γόνιμο πρωινό ανάγνωσμα με τόσο ήλιο έξω.

Στο νου μου ήρθε η εικόνα των καβαφικών "κεριών" (αρέσει και στον unpause αυτό) που εγκαλούνται, μέσα στο σκότος της ύπαρξης που περιγράφεις, να παράσχουν ακέραιες τεχνητές φωτεινότητες, όπως οι κόμποι του κομποσχοινιού -αντίστοιχα- "μετρούν" τον χρονο, τον τεμαχίζουν.

Βέβαια, κανείς χρόνος δεν κόβεται σε φέτες για το τοστ μας, ούτε τα κεράκια φτάνουν για να φωτίσουν όλη τη διαδρομή μας. Αλλά είναι 'αρετής κριτήριο' να μπορεί κάποιος να αρμόζει ιδεωδώς τα φωτεινά στεφάνια γύρω από τις φλογίτσες τους σαν "άλλους κόμπους" και να πορεύεται σε ένα διαρκές φως.

(ΥΓ. Γράφε...)

Tic Tac είπε...

Ωραία συμπεριφορά να αφήνετε τα παιδιά σας unattended στο γρασίδι δω πέρα. Τι διάολο τα πετάτε τα ποστ και τα παρατάτε; Ε;