Σελίδες

Πέμπτη 15 Ιανουαρίου 2009

Φωτερά Σκοτάδια

Δε θέλω του κισσού το πλάνο ψήλωμα
Σε ξένα αναστυλώματα δεμένο.
Ας είμαι ένα καλάμι, ένα χαμόδεντρο.
Μα όσο ανεβαίνω, μόνος ν’ ανεβαίνω.

Δε θέλω του γυαλιού το λαμπροφέγγισμα,
Που δείχνεται άστρο με του ήλιου τη χάρη.
Θέλω να δίνω φως από τη φλόγα μου,
Κι ας είμαι κι ένα ταπεινό λυχνάρι.


Γ. Δροσίνης

5 σχόλια:

Άβατον είπε...

Αυτόφωτα φωτερά σκοτάδια λοιπόν...

Ανώνυμος είπε...

Δεν προχωρούμε.

Πίσω πάλι στους παλιούς δρόμους, φορτωμένους απ΄το πάθος μου, το πάθος όπου φύτρωσε τούτες τις ρίζες του πόνου στα πλευρά μου από την εποχή της λογικής-κι ανεβαίνει στον ουρανό, με κατακερματίζει, με γυρίζει ανάποδα, με παρασύρει.

Η ύστατη αγνεία κι ύστατη δειλία. Ειπώθηκε. Να μην φανερώνω τις αδυναμίες μου και τις αηδίες μου στον κόσμο.

Εμπρός.
Η πορεία, το φορτίο, η έρημος, οργή και πλήξη.

Σε ποιόν να πουληθώ;
Ποιό θηρίο να λατρέψω;
Ποιά ιερή εικόνα καταπατιέται;
Ποιές καρδιές να συντρίψω;
Ποια ψέματα να ασπαστώ;

A. Rimbaud

Κάποιες φορές χάνουμε τον κόσμο (ή μας χάνει αυτός) και κλεινόμαστε σε στενά σκιερά καβούκια. Κάποιες άλλες βρίσκουμε το φως (ή μας βρίσκει εκείνο), τα τείχη γκρεμίζονται και οι ζωές μας κοιτάζουν τον ουρανό.

Ανώνυμος είπε...

Πολύ καλός, χωρίς "μεγάλες" θεωρίες, ο Δροσίνης.
[Ευχάριστη έκπληξη!]

Ανώνυμος είπε...

Καλησπέρα σας. Είμαι ένα κορίτσι που φοιτώ στο γυμνάσιο και έχω λάβει μέρος σε έναν πανελλήνιο διαγωνισμό για τον Γ.Δροσίνη.Ανάμεσα στις ερωτήσεις υπάρχει και μια για το ποίημα δεν θέλω του κισσού η οποία λέει:Το ποίημα εξελίσεται με μία σειρά εικόνων να τισ εντοπίσεται και να τις σχολιάσετε. Σας παρακαλώ μπορείτε να με βοηθήσετε; Θέλω πολύ να κερδίσω στον διαγωνισμό και δεν έχω καμία βοήθεια..

Tic Tac είπε...

Γεια σου!

Είναι τουλάχιστον θετικό ότι ο διαγωνισμός που θέλεις να κερδίσεις είναι "ποιητικός". Η ουσία, βέβαια, της συμμετοχής σε διαγωνισμούς δεν είναι τόσο η νίκη, αλλά η προσπάθεια που κάνεις με τον εαυτό σου.

Θα σου γράψω δυο λόγια που ίσως να σε βοηθήσουν να σκεφτείς μόνη σου και άλλα.

Παρατηρεί έναν κισσό να στέκεται ψηλά. Ο κισσός δεν μπορεί να ανέβει όμως ψηλά παρά μόνο αν στηρίζεται σε κάτι άλλο. Βρίσκεται σε μια κατάσταση που εξαρτάται από την ύπαρξη του στηρίγματός του. Αν με έναν μαγικό τρόπο εξαφανίζαμε τα "αναστυλώματα", τότε ο κισσός θα σωριαζόταν απότομα κάτω. Σημείωσε ότι ο κισσός μπορεί να βρει μόνος του τον τρόπο να περιελιχθεί ή μπορεί να τον "δέσει" κάποιος. Τα "ξένα" δηλώνουν τη διαφορά των δύο που όμως στην εικόνα μας δίνονται ως ένα.

Από την πρώτη εικόνα, στην οποία το βλέμμα μας είναι στραμμένο ψηλά, πάμε στην δεύτερη και το ρίχνουμε στα χαμηλά. Προτιμά την αυτοδυναμία έστω κι αν είναι λιγότερο εντυπωσιακό το "χαμόδεντρο" από έναν ψηλό κισσό.

4ος στίχος : Ξανανεβάζουμε το βλέμμα ψηλά, φανταζόμενοι το δέντρο/καλάμι να ανέρχεται με τις δικές του δυνάμεις.

Τώρα μεταφερόμαστε στο φως. Βλέπουμε πώς ο ήλιος διαθλώμενος μέσα από το γυαλί πολλαπλασιάζει το φέγγισμα του γυαλιού που χωρίς τον ήλιο δεν έχει το ίδιο ενδιαφέρον. Γίνεται τόσο όμορφο όσο τα αστέρια, που όντως λάμπουν λόγω του ήλιου. Αλλά όχι από μόνα τους, όπως ο κισσός δεν μπορεί να σταθεί.

Περνάμε στο σκοτάδι. Μια φλόγα, μια ατομική ύπαρξη, μια μονάδα και γύρω γύρω το σκοτάδι. Αν και είναι πολύ λίγο το φως από μια φλόγα, παρόλ' αυτά είναι πολύ σημαντική γιατί λάμπει από μόνη της.

Για να δεις πόσο πολύ σε ακουμπάει αυτό το ποίημα, σκέψου με το να ζητήσεις βοήθεια, με τι μοιάζεις; Με κισσό ή με χαμόδεντρο; Με γυαλί ή με λυχνάρι;

Αν κερδίσεις το διαγωνισμό, τι θα σου έλεγε ο Δροσίνης;

Σου εύχομαι το καλύτερο.